Επιστολή προς τον Πρόεδρο του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης κ. Ζορπίδη, απέστειλε ο Υπεύθυνος Συμβουλευτικής Υποστήριξης Επιχειρήσεων Διοικούσας Επιτροπής Ε.Ε.Θ Κυριάκος Μερελής, η οποία συνοδεύεται από το σχετικό έγγραφο του Υπουργείο Ανάπτυξης, όπως αυτό δημοσιεύθηκε στον Τύπο.
Η επιστολή εστάλη με αφορμή την πρόσφατη τηλεδιάσκεψη που πραγματοποιήθηκε με τον κ. Περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας.
Ακολουθεί το σύνολο του κειμένου της:
“Βρισκόμαστε στην αρχή μιας πρωτόγνωρης κατάστασης με δυνητικά βιβλικές διαστάσεις και οφείλουμε να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων, ως θεσμικός φορέας εκπροσώπησης των επαγγελματιών στα κέντρα λήψης κρίσιμων αποφάσεων. Στο πλαίσιο λοιπόν των προτάσεων που μας ζητήσατε αναφορικά με το υπόμνημα που θα καταθέσετε στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, είναι χρήσιμο θεωρώ, να αποσαφηνιστούν ορισμένα ζητήματα, καθώς οι στιγμές δεν ενδείκνυνται για λόγια χωρίς αντίκρισμα.
Στην τηλεδιάσκεψη που πραγματοποιήσατε με πρωτοβουλία του Περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας, στις 8 Απριλίου του 2020, διεξήχθη μία συζήτηση που κατά τη γνώμη μου στερείται ουσίας και αντικειμένου. Συγκεκριμένα, ο κ. Περιφερειάρχης ανακοίνωσε τέσσερις προτάσεις σε διαφορετικά πεδία και μάλιστα ζήτησε τη συνδρομή των αρμόδιων φορέων για τον εμπλουτισμό τους. Αυτές όμως, χαρακτηρίζονται επιεικώς από κενότητα για όσους γνωρίζουμε τις διαδικασίες και ποιοι τελικά λαμβάνουν τις αποφάσεις.
Από τις τέσσερις προτάσεις που διατύπωσε, για τις τρεις (χρηματοδοτικά εργαλεία για την αποκατάσταση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, δράσεις για την προσαρμογή των εργαζομένων και των επιχειρήσεων στις νέες συνθήκες που διαμορφώνει η πανδημία, διεκδίκηση από κοινού με τα επιμελητήρια εφαρμογής μέτρων για τη μείωση της γραφειοκρατίας στη λειτουργία του συνόλου των επιχειρήσεων), είναι αναρμόδιος, καθώς αφορούν την κεντρική κυβέρνηση και ο διάλογος θα πρέπει να διεξαχθεί απευθείας με τα αρμόδια Υπουργεία, χωρίς τη διαμεσολάβηση αυτοδιοίκητων φορέων.
Όσον αφορά την τέταρτη πρόταση του κ. Τζιτζικώστα, σχετικά με την επίσπευση των ευρωπαϊκών προγραμμάτων με μεγαλύτερη προσβασιμότητα για όλες τις επιχειρήσεις στους ευρωπαϊκούς πόρους, οφείλω να σας ενημερώσω ότι, μία ημέρα πριν από την τηλεδιάσκεψή σας, δηλαδή στις 7 Απριλίου 2020, το Υπουργείο Ανάπτυξης με το υπ’ αριθμό πρωτοκόλλου 36699 έγγραφό του, αφαιρεί τα 8 από τα 10 δισ. περίπου του ΕΣΠΑ, που είχαν ως διαθέσιμους πόρους οι Περιφέρειες, για την προγραμματική περίοδο του Ε΄ ΕΣΠΑ 2013-2020, δηλαδή το 80% του ΕΣΠΑ, για να μην χαθούν και τα οποία θα τα διαχειριστεί το Υπουργείο Ανάπτυξης.
Η σχετική ανακοίνωση του Υπουργείου αποκαλύπτει και κάτι πολύ δυσάρεστο για όλες τις Περιφέρειες και φυσικά και τη δική μας. Οι Περιφέρειες λίγους μήνες προτού λήξει το εν λόγω πρόγραμμα των επτά (7) χρόνων, έχουν συμβασιοποιήσει μόνο το 20% των πόρων που τους έχει διατεθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και ακόμη πιο τραγική είναι η απορρόφηση πόρων στα προγράμματα επιχειρηματικότητας, που αφορούν άμεσα την οικονομία και τον επαγγελματικό μας χώρο. Επιπλέον, αν ανατρέξει κανείς στις επιδόσεις της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, ως προς την αξιοποίηση του προηγούμενου ΕΣΠΑ (2007-2013), αυτή αγγίζει με τα βίας το 50%, που μόνο πανηγυρισμούς για «πρωταθλητές» στην απορροφητικότητα του ΕΣΠΑ δεν δικαιολογεί.
Εξετάζοντας πιο προσεκτικά τα χρήματα που η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας διέθεσε τα 6,5 χρόνια του τρέχοντος ΕΣΠΑ, θα διαπιστώσουμε ότι, είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία χωρίς διαγωνισμούς, αλλά με αναθέσεις σε φορείς του Δημοσίου, προγράμματα επισιτιστικής βοήθειας που εκτελούν φυσικά οι Δήμοι και οι Μητροπόλεις και ένα ποσοστό που πηγαίνει σε δημόσια έργα που είχαν δημοπρατηθεί από την κρατική Περιφέρεια μέχρι το 2011 και τα οποία έπρεπε να είχαν τελειώσει το αργότερο το 2015. Συμπερασματικά, οι επιδόσεις «περνούν» κάτω από τον πήχη και καταδεικνύουν ότι κρίσιμα αναπτυξιακά ευρωπαϊκά κονδύλια παραμένουν αναξιοποίητα και χάνονται, καθηλώνοντας την οικονομία σε ισχνούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Επιλογικά, κύριε Πρόεδρε, προτείνω αφενός να πρυτανεύσει η ειλικρίνεια στη συζήτηση μας με τον κ. Περιφερειάρχη και να του ζητήσουμε να παρέμβει στο Υπουργείο, ούτως ώστε οι πόροι να κατευθυνθούν στην Κεντρική Μακεδονία και κυρίως στην επιχειρηματικότητα και την απασχόληση, αφετέρου να απευθυνθούμε άμεσα στους καθ’ ύλην αρμόδιους Υπουργούς, καταθέτοντας τις ρεαλιστικές προτάσεις μας για τη βέλτιστη αξιοποίηση των κοινοτικών προγραμμάτων, προκειμένου η οικονομία να επανεκκινηθεί το συντομότερο δυνατό.”