Τα διδάγματα του 2022 στην ασφαλιστική αγορά: Ανατροπές, διλήμματα και αναβολές

Facebook
Twitter
LinkedIn

Της Σωτηρίας Γιαννακοπούλου,

Περιπετειώδες θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το 2021 για την ασφαλιστική αγορά και όχι άδικα. Το ατελείωτο roller coaster που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι χρηματοοικονομικές αγορές λόγω των παρατεταμένων lockdown και των «διαλειμμάτων κανονικότητας» που βιώνει η ανθρωπότητα περιπλέκει και ανατρέπει δεδομένα και σταθερές, με τις ασφαλιστικές εταιρείες να παλεύουν να διατηρήσουν το μερίδιό τους στην αγορά. Και πράγματι το καταφέρνουν!

Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιριών Ελλάδος, η συμβολή της ασφαλιστικής αγοράς στην ελληνική οικονομία ενισχύθηκε το 2020, με το ποσοστό των ασφαλίστρων επί του ΑΕΠ να εμφανίζεται ενισχυμένο, αγγίζοντας το 2,62% έναντι του 2,42% το 2019. Η εν λόγω επιτυχία αποδεικνύει ότι η ελληνική ασφαλιστική βιομηχανία κατάφερε κατά τη διάρκεια της πανδημίας όχι μόνο να επιβιώσει, αλλά και να ενισχύσει την επιρροή της στην ελληνική οικονομία.

Αυτό άλλωστε το διαπιστώνει κανείς και από τα οικονομικά αποτελέσματα των ασφαλιστικών εταιρειών για το 2021, στην πλειοψηφία των οποίων καταγράφεται αύξηση παραγωγής, η οποία ασφαλώς μεταφράζεται σε κέρδη για τις εταιρείες.

Οι ανατροπές

Λίγο πριν το τέλος του 2020 και ενώ όλοι προετοιμάζονταν για την αλλαγή του έτους έσκασε σαν βόμβα η είδηση ότι η AXA Ασφαλιστική περνά στα χέρια της Generali.

H επιλογή της Generali χαρακτηρίστηκε εξαιρετικά έξυπνη από το σύνολο της ασφαλιστικής αγοράς, δεδομένου ότι με τη συγκεκριμένη επένδυση ο ιταλικός κολοσσός αποκτά μια μεγάλη μερίδα στις πωλήσεις ασφαλιστικών προγραμμάτων μέσω τραπεζών, ξεκινώντας μια 20ετή αποκλειστική συνεργασία με την Alpha Bank. Αξίζει να σημειωθεί ότι το συνολικό κόστος της εξαγοράς ανέρχεται σε 165 εκατομμυρίων ευρώ.

Η εξαγορά ωστόσο που αναστάτωσε όσο καμία άλλη την ελληνική ασφαλιστική βιομηχανία το 2021 είναι αυτή της Εθνικής Ασφαλιστικής από την CVC, καθώς πρόκειται για τη μεγαλύτερη επένδυση σε επίπεδο κόστους που έχει πραγματοποιηθεί ποτέ στη χώρα μας.

Η πώληση της μακροβιότερης ασφαλιστικής εταιρείας στην Ελλάδα με ιστορία 130 χρόνων, αποτελούσε ένα συχνό θέμα συζήτησης μεταξύ των επαγγελματιών. Τελικά, η Εθνική Ασφαλιστική παρά τις καθυστερήσεις εξαγοράστηκε από την CVC έναντι 346 εκατ. ευρώ για το 90,01% που διέθεσε η ΕΤΕ.

Αυτό που ωστόσο προκαλεί ερωτηματικά είναι η μεγάλη χρονοτριβή που παρατηρείται στις διαδικασίες ολοκλήρωσης της πώλησης. Όπως έχει γίνει γνωστό, τόσο η Ελληνική, όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού είναι σκεπτικές έναντι της συγκεκριμένης εξαγοράς εξαιτίας της κυρίαρχης θέσης του αμερικανικού fund στο χώρο της υγείας. Πάντως, πρόσωπα εντός της εταιρείας αναφέρουν ότι η εξαγορά δεν προβλέπεται να ολοκληρωθεί πριν από τον Απρίλιο.

Η σύζευξη της ΝΝ με τη MetLife αποτέλεσε ακόμη μια έκπληξη για την ασφαλιστική αγορά, καθώς η εν λόγω εξαγορά ανεβάζει στην πρώτη θέση τον ολλανδικό όμιλο στη συνολική παραγωγή ασφαλίστρων της ελληνικής ασφαλιστικής βιομηχανίας.

Πλέον η συνολική παραγωγή της ΝΝ ξεπερνά τα 755 εκατ. ευρώ, μέγεθος που την καθιστά τη Νο1 εταιρεία στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή, αποκαθηλώνοντας την Εθνική Ασφαλιστική από την πρώτη θέση. Το ενδιαφέρον στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ότι η ΝΝ κατάφερε να κατακτήσει την κορυφή αποκλειστικά με την παραγωγή συμβολαίων ζωής, ενώ αναμένεται να ενισχύσει την παρουσία της και στον κλάδο των ομαδικών συμβολαίων ασφάλισης, στον οποίο η MetLife πρωτοστατεί στην Ελλάδα.

Σε γενικές γραμμές, αρκετοί όμιλοι που δραστηριοποιούνται χρόνια στη χώρα μας έχουν αρχίσει να αποσύρουν το ενδιαφέρον τους και να εστιάζουν σε άλλες αγορές, την ίδια στιγμή που νέοι δυναμικοί παίκτες δηλώνουν το παρόν και την πρόθεση για την επικράτηση τους στην ελληνική αγορά. Το εν λόγω παιχνίδι τροφοδοτείται άλλωστε και από ελληνικές ασφαλιστικές εταιρείες οι οποίες δηλώνουν διαθέσιμες, αναζητώντας συμφέρουσες προσφορές από πιθανούς μνηστήρες. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το κύμα εξαγορών δεν έχει ακόμη κοπάσει, με το 2022 να προσφέρεται για νέα μεγάλα deals που θα προκαλέσουν νέες ανατροπές στην ελληνική ασφαλιστική αγορά.

Τα διλήμματα

Η ανάκληση της άδειας της City Insurance προκάλεσε αναστάτωση στην αγορά, τόσο σε επίπεδο πελατών, όσο και σε επίπεδο πρακτόρων και ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, τα τηλέφωνα των οποίων χτυπούσαν διαρκώς από πελάτες που αναζητούσαν απαντήσεις, τις οποίες ούτε η εποπτική αρχή της Ελλάδας δεν μπορούσε να δώσει.

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι τα μεγάλα πρακτορεία που εκπροσωπούσαν την εταιρεία έκαναν τα αδύνατα δυνατά προκειμένου να εξυπηρετήσουν τους πελάτες τους, ιδιαιτέρως σε ζητήματα αποζημιώσεων. Παρά την κακή εμπειρία που αποκόμισαν ασφαλισμένοι και συνεργάτες, η όλη υπόθεση είναι ιδιαιτέρως διδακτική για την αγορά.

Πρέπει να γίνει σαφές ότι τα μειωμένα ασφάλιστρα στα οποία ορισμένες εταιρείες επικεντρώνουν την πωλησιακή τους στρατηγική, ιδιαιτέρως στον κλάδο αυτοκινήτου, έχουν άμεσο αντίκτυπο στα αποθεματικά αλλά και τη φερεγγυότητα τους και αυτό είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να έχουν υπόψη τους οι επαγγελματίες αλλά και οι καταναλωτές.

Όσες εξακολουθούν να ρισκάρουνε θα πρέπει να είναι σίγουρες ότι μπορούν να σηκώσουν το βάρος των επιλογών τους, προκειμένου να αποφύγουν τυχόν κινδύνους ικανούς να διαταράξουν την εύρυθμη λειτουργία τους.

Οι αναβολές

Σε δίλημμα ωστόσο βρίσκεται και η κυβέρνηση αναφορικά με τη διεύρυνση της υποχρεωτικότητας της ασφάλισης στον κλάδο περιουσίας. Οι καταστροφικές πυρκαγιές του καλοκαιριού και οι αποζημιώσεις που καλείται να παρέχει το κράτος για τη στήριξη των πληγέντων, προκαλούν σοβαρά προβλήματα στον κρατικό προϋπολογισμό, με την κυβέρνηση να επανεξετάζει το ζήτημα της υποχρεωτικής ασφάλισης κτιρίων και της παροχής κινήτρων προς τους καταναλωτές.

Σύμφωνα με το νέο κλιματικό νόμο, από το 2025 όλα τα νέα κτίρια που βρίσκονται σε ζώνες υψηλής τρωτότητας θα πρέπει να ασφαλίζονται υποχρεωτικά, με την ασφάλιση μάλιστα να αποτελεί προϋπόθεση για την ηλεκτροδότηση του εκάστοτε κτιρίου.

Η κίνηση αυτή αποδεικνύει ότι η κυβέρνηση δεν είναι πρόθυμη να προχωρήσει σε γενναίες αλλαγές στο κλάδο της ασφάλισης περιουσίας, δεδομένου ότι η απόφασή της αυτή αφορά αποκλειστικά κατοικίες που θα κτιστούν τα επόμενα χρόνια και μάλιστα σε συγκεκριμένες περιοχές, εθελοτυφλώντας για τους κινδύνους που απειλούν τα υπάρχοντα κτίρια.

Το κόστος τέτοιου είδους αναβολών ασφαλώς και θα αποτυπωθεί τα επόμενα χρόνια στα κρατικά ταμεία, δεδομένου ότι τα ακραία φαινόμενα ως απόρροια της κλιματικής αλλαγής κάνουν την εμφάνιση τους όλο και πιο συχνά στην χώρα μας. Αλλά φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στη Ελλάδα το ρητό «πρέπει να πάθεις για να μάθεις» αποτελεί τον κύριο παράγοντα ενεργοποίησης για τη λήψη των αποφάσεων.

Περισσότερα από τον Μαύρο Γάτο